Κύριο περιεχόμενο

ΜΕΝΩ ΣΠΙΤΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΠΑΡΑΜΥΘΙ

Μια φορά και έναν καιρό υπήρχε ο πλανήτης Γη. Η Γη ήταν ο μόνος πλανήτης με ζωή, αλλά δεν ήταν ευχαριστημένη απ’ τους κατοίκους της, τους ανθρώπους, γιατί πέταγαν σκουπίδια παντού, μόλυναν το περιβάλλον και γενικά δεν την σεβόντουσαν. Η φίλη της η Αφροδίτη της πρότεινε να μιλήσει στα ζώα. Η Γη άκουσε την συμβουλή της και τους τα είπε όλα.

-Το βρήκα, το βρήκα! Φώναξε η νυχτερίδα. Το ξέρετε ότι οι Κινέζοι τρώνε νυχτεριδόσουπα;

-Ναι, ναι το ξέρω. Είναι αηδία, αλλά έτσι μπορεί να φάνε και μικρόβια κατά λάθος!

-Τέλεια ιδέα είπε η Γη. Έτσι θα ξεσπάσει πανδημία, οι άνθρωποι θα αναγκαστούν να μείνουν στα σπίτια τους τα εργοστάσια θα κλείσουν, τα αυτοκίνητα θα σταματήσουν να πηγαινοέρχονται και θα πάρω και εγώ μια ανάσα.

         Όλα δούλεψαν ρολόι, όπως τα σχεδίασαν και οι άνθρωποι κατάλαβαν το λάθος τους. Ζήτησαν συγνώμη από την Γη και της υποσχέθηκαν να χρησιμοποιούν λιγότερο τα αυτοκίνητα και τα εργοστάσια στο μέλλον και είναι πιο φιλικοί προς το περιβάλλον.

Μιλένα Σωτηροπούλου-Δ2

 

 

ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ (……….ΛΑΘΕΥΟΝΤΑΣ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙ)

 

Ζούσε κάποτε σ’ ένα βασίλειο, όχι πολύ μακριά από εδώ, μια ευτυχισμένη πριγκίπισσα. Οι κάτοικοι του βασιλείου ήταν κι αυτοί ευτυχισμένοι και είχαν ό, τι ήθελαν. Μόνο που διαρκώς βιάζονταν.

 

Δυστυχώς για την πριγκίπισσα στην ιστορία μας μπλέχτηκε μια κακιά μάγισσα, που έβαλε σκοπό να την εξοντώσει. Κλεισμένη στο εργαστήριό της προσπαθούσε να φτιάξει μαγικά φίλτρα. Για κακή τους τύχη μια μέρα ένα φίλτρο ξέφυγε από το εργαστήριο και  απλώθηκε πάνω από το βασίλειο. Στα δέντρα, στα φρούτα, στα λαχανικά, παντού.

 

Μέσα σ’ ένα καλαθάκι ένα κιλό δηλητηριασμένα μήλα έφτασαν στην κουζίνα του παλατιού. Τι την ήθελε τη μηλόπιτα η πριγκίπισσα; Έπεσε βαριά άρρωστη με πυρετό και βήχα. Αυτό όμως δεν είναι το χειρότερο της ιστορίας μας. Οι γιατροί διέταξαν τους κατοίκους του βασιλείου να μείνουν κλεισμένοι στα σπίτια   τους και  όταν βγαίνουν έξω να φορούν γάντια και μάσκες και να ενημερώνουν το παλάτι. Ο φόβος κυρίευσε το βασίλειο. Οι δρόμοι άδειασαν, τα σχολεία έκλεισαν και οι έμποροι σταμάτησαν να πουλάνε τα εμπορεύματά τους.

 

Οι μέρες περνούσαν και λύση δε βρισκόταν. Μια μέρα εμφανίστηκε έξω από το παλάτι ένας άντρας πάνω σ ’ένα άλογο. Σίγουρα όλοι νομίζετε ότι ήρθε ο πρίγκιπας να σώσει την πριγκίπισσα. Μα δε μοιάζει με πρίγκιπα! Είναι ο σερ Τσιόδρας, αποφασισμένος να σώσει τους κατοίκους από το φονικό ιό. Θα τα καταφέρει άραγε; Θα το μάθουμε σε λίγο καιρό…

 

                                                                                Γιώτα Σκαρίμπα, Δ2

       Κάποτε σε μια μικρή πόλη υπήρχε ένα παλάτι χτισμένο από γάντια, μάσκες και θερμόμετρα. Όλοι έλεγαν ότι είναι πολύ παράξενο. Εκεί κατοικούσε ο Κορονοϊός και η γυναίκα του η Γρίπη. Η Γρίπη ήταν μια κοντή, παχουλή γυναίκα που έβηχε δυνατά και είχε πολλά νεύρα. Ο άντρας της , ο Κορονοϊός, φορούσε μια χρυσή κορώνα, ένα θαλασσί κοστούμι, ήταν εγωιστής και φιλοδοξος. Οι δυο τους τσακώνονταν συνέχεια, διότι ο Κορονοϊός έλεγε πάντοτε στη Γρίπη ότι είναι πιο ισχυρός από κείνη.

   Το παράξενο παλάτι, δεν ήταν το μόνο ασυνήθιστο πράγμα που υπήρχε σ’ αυτή την πόλη. Υπήρχε και ένα παλάτι από καπέλα νοσοκόμων και από φάρμακα. Η βασίλισσά του ήταν η Ασπιρίνη. Ήταν πολύ όμορφη και φορούσε ένα λευκό φόρεμα και χρυσά γοβάκια. Άντρας της ήταν ο κύριος Γαντάκιας. Μια μέρα ο Κορονοϊός είπε στη γυναίκα του:

« Γρίπη, το αποφάσισα! Θα καταστρέψω τον κόσμο!»

Η Γρίπη όμως, του απάντησε:

«Μην το κάνεις!»

Μια μέρα ο Κορονοϊός χτύπησε 100 ανθρώπους. Τη δεύτερη μέρα περισσότερους, την τρίτη μέρα ακόμα πιο πολλούς και μετά πιο πολλούς... Τα κρούσματα συνεχώς αυξάνονταν. Μια μέρα ο Κορονοϊός κουρασμένος γύρισε στο παλάτι και βρήκε τη γυναίκα του θυμωμένη. Αυτή του είπε:

-Δεν πρόκειται να σε βοηθήσω άλλο. Ό,τι έκανα, έκανα. Το έχεις παρακάνει.

- Σε παρακαλώ. Για λίγο ακόμα.

- ΌΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ! Γίναμε φίλες με την Ασπιρίνη και θα σε σταματήσουμε, δίνοντας το φάρμακο που βρήκε με τον άντρα της στους ανθρώπους. Δέξου την ήττα σου.

Ο Κορονοϊός θέλοντας και μη, κατάλαβε ότι έχασε.

Και από τότε ζήσαμε καλά και αυτός χειρότερα.

Γεωργία Τσιμπουξή